das Wörterbuch Deutsch Minus griechisch

Deutsch - ελληνικά

Kopieren Griechisch:

1. αντίγραφο αντίγραφο


Μπορείς να δανειστέις ένα αντίγραφο από οποιαδήποτε δημόσια βιβλιοθήκη.