das Wörterbuch Deutsch Minus griechisch

Deutsch - ελληνικά

netto Griechisch:

1. καθαρά καθαρά



Griechisch Wort "netto"(καθαρά) tritt in Sätzen auf:

Οι 15 κύριες λέξεις επιχειρήσεων στα γερμανικά