das Wörterbuch griechisch Minus türkisch

ελληνικά - Türkçe

ημερολόγιο kreuzten Beinen:

1. takvim takvim



Türkisch Wort "ημερολόγιο"(takvim) tritt in Sätzen auf:

Εξοπλισμός γραφείου στα τουρκικά