das Wörterbuch griechisch Minus chinesisch

ελληνικά - 中文, 汉语, 漢語

φύλο Chinesisch:

1. 性别



Chinesisch Wort "φύλο"(性别) tritt in Sätzen auf:

Προσωπικά δεδομένα στα κινέζικα