das Wörterbuch italienisch Minus griechisch

italiano - ελληνικά

frigorifero Griechisch:

1. ψυγείο ψυγείο



Griechisch Wort "frigorifero"(ψυγείο) tritt in Sätzen auf:

Οικιακές συσκευές στα ιταλικά