das Wörterbuch Polnisch Minus griechisch

język polski - ελληνικά

stop Griechisch:

1. στάση στάση



2. στοπ στοπ



Griechisch Wort "stop"(στοπ) tritt in Sätzen auf:

Podstawowe zwroty

3. το κράμα το κράμα